Ο καφές αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα ροφήματα που καταναλώνονται σε παγκόσμια κλίμακα και έχει κατά καιρούς ενοχοποιηθεί για επιβαρυντικές επιδράσεις στην υγεία.
Αποτελείται από πάρα πολλά συστατικά που βρίσκονται σε μικροποσότητες, μεταξύ των οποίων κάποιοι υδατάνθρακες, λιπίδια, πρωτεΐνες, ανόργανα στοιχεία, όπως κάλιο και μαγνήσιο, βιταμίνες, όπως νιασίνη και βιταμίνη Ε, φαινολικές ενώσεις, όπως χλωρογενικά οξέα, νερό και καφεΐνη, ενώ ο τρόπος παρασκευής του παίζει σημαντικό ρόλο για τη σύσταση του τελικού προϊόντος. Περισσότερο από το 34% του ελληνικού πληθυσμού καταναλώνει τουλάχιστον ένα φλιτζάνι καφέ την ημέρα, με μέση κατά κεφαλή κατανάλωση τα 1,7 φλιτζάνια καφέ την ημέρα.
Ο καφές φαίνεται να επιδρά σε ποικίλες παραμέτρους της διάθεσης και της υγείας. Με τις κύριες επιδράσεις του να προκαλούνται από την καφεΐνη, επιδρά ευεργετικά σε γνωσιακές δεξιότητες και ψυχολογικές παραμέτρους, καθώς η καφεΐνη αυξάνει την ενεργητικότητα, την εγρήγορση, την προσοχή, την ταχύτητα ομιλίας, τη θετική διάθεση και μειώνει το χρόνο αντίδρασης και την κούραση. Όσον αφορά στις νευροεκφυλιστικές ασθένειες, η κατανάλωση καφέ ή/και καφεΐνης φαίνεται να σχετίζεται με τη μείωση του κινδύνου για ανάπτυξη άνοιας, νόσου Alzheimer και νόσου Parkinson.
Σύμφωνα με τη μελέτη CAIDE, η κατανάλωση 3-5 φλιτζανιών καφέ ημερησίως φαίνεται να εμφανίζει τις πιο ευεργετικές επιδράσεις στη μείωση του κινδύνου για άνοια και νόσο Alzheimer σε σχέση με υψηλότερες ή χαμηλότερες καταναλώσεις. Σχετικά με την κατάθλιψη, μεγάλη μελέτη της Αμερικής, που πραγματοποιήθηκε σε γυναίκες, έδειξε ότι εκείνες που κατανάλωναν περισσότερα από 5 φλιτζάνια καφεϊνούχου καφέ την ημέρα είχαν μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με εκείνες που κατανάλωναν το πολύ ένα φλιτζάνι καφέ την εβδομάδα.
Εκτός όμως από τις επιδράσεις στο νευρικό σύστημα, ο καφές επιδρά και σε πολλές άλλες ασθένειες και παραμέτρους της υγείας. Πιο συγκεκριμένα, και όσον αφορά στις τρεις μεγάλες ασθένειες της σύγχρονης εποχής, η μακροχρόνια κατανάλωση καφέ φαίνεται να μη σχετίζεται με τον κίνδυνο εμφάνισης των περισσότερων μορφών καρκίνου, ενώ έχει προστατευτική δράση στην ανάπτυξη σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ( 5 φλιτζάνια καφέ/ημέρα σε σχέση με <2 φλιτζάνια καφέ/ημέρα). Δύσκολη καθίσταται η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων σχετικά με την επίδραση του καφέ στον κίνδυνο για την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, καθώς κάποια είδη ερευνών δείχνουν αύξηση του κινδύνου (3 φλιτζάνια καφέ/ημέρα σε σχέση με <1 φλιτζάνι καφέ/ημέρα) και κάποια άλλα όχι. Επιπλέον, η κατανάλωσή καφέ και κυρίως καφεΐνης σχετίζεται με αύξηση των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης, ιδίως στα υπερτασικά άτομα, για τις πρώτες ώρες μετά την πρόσληψη. Ωστόσο, επειδή πιθανώς αναπτύσσεται ανοχή στις δράσεις της καφεΐνης με τη συστηματική κατανάλωση, οι παραπάνω επιδράσεις παύουν να υπάρχουν και μακροχρόνια υψηλή κατανάλωση καφέ (>3 φλιτζάνια/ημέρα) δε φαίνεται να σχετίζεται με αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση υπέρτασης.
Ο καφές ή/και η καφεΐνη φαίνεται να σχετίζονται με καλύτερη ρύθμιση του σωματικού βάρους σε βάθος χρόνου αλλά η άμεση επίδρασή τους στην ενεργειακή πρόσληψη έχει μελετηθεί πολύ λίγο. Σχετική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο δεν έδειξε επίδραση της κατανάλωσης καφέ, καφεϊνούχου (1 φλιτζάνι δυνατού καφέ) και μη, στην ενεργειακή πρόσληψη, καθώς και σε ορμόνες και αισθήματα που σχετίζονται με την όρεξη σε σχέση με την πρόσληψη νερού.
Ωστόσο, επειδή η δόση που χορηγήθηκε ίσως ήταν ανεπαρκής να προκαλέσει κάποια επίδραση, επόμενη μελέτη εξέτασε την επίδραση διαφορετικών δόσεων καφέ στην ενεργειακή πρόσληψη και σε αισθήματα και ορμόνες της όρεξης σε άτομα φυσιολογικού βάρους και υπέρβαρα/παχύσαρκα. Πρώιμα αποτελέσματα της μελέτης αυτής δείχνουν ότι ο καφές σε υψηλές δόσεις (~4 φλιτζάνια καφέ σε μία εφάπαξ δόση) μπορεί να μειώσει την πρόσληψη ενέργειας στα υπέρβαρα/παχύσαρκα άτομα σε σχέση με την κατανάλωση χαμηλότερης δόσης καφέ ή νερού.
Συμπερασματικά, ο καφές, παρότι ενοχοποιημένο ποτό, φαίνεται να έχει ευεργετική επίδραση στη διάθεση και στην υγεία και να προστατεύει από τον κίνδυνο ανάπτυξης χρόνιων ασθενειών. Συστάσεις κατανάλωσης δεν μπορούν ακόμα να δοθούν, λόγω της ετερογένειας ή/και της έλλειψης μελετών για συγκεκριμένες ασθένειες και καταστάσεις. Περαιτέρω έρευνα κρίνεται απαραίτητη, ώστε να διευκρινιστούν αμφίβολες δράσεις και να έρθουν στο φως τυχόν νέες.
zougla.gr
Αποτελείται από πάρα πολλά συστατικά που βρίσκονται σε μικροποσότητες, μεταξύ των οποίων κάποιοι υδατάνθρακες, λιπίδια, πρωτεΐνες, ανόργανα στοιχεία, όπως κάλιο και μαγνήσιο, βιταμίνες, όπως νιασίνη και βιταμίνη Ε, φαινολικές ενώσεις, όπως χλωρογενικά οξέα, νερό και καφεΐνη, ενώ ο τρόπος παρασκευής του παίζει σημαντικό ρόλο για τη σύσταση του τελικού προϊόντος. Περισσότερο από το 34% του ελληνικού πληθυσμού καταναλώνει τουλάχιστον ένα φλιτζάνι καφέ την ημέρα, με μέση κατά κεφαλή κατανάλωση τα 1,7 φλιτζάνια καφέ την ημέρα.
Ο καφές φαίνεται να επιδρά σε ποικίλες παραμέτρους της διάθεσης και της υγείας. Με τις κύριες επιδράσεις του να προκαλούνται από την καφεΐνη, επιδρά ευεργετικά σε γνωσιακές δεξιότητες και ψυχολογικές παραμέτρους, καθώς η καφεΐνη αυξάνει την ενεργητικότητα, την εγρήγορση, την προσοχή, την ταχύτητα ομιλίας, τη θετική διάθεση και μειώνει το χρόνο αντίδρασης και την κούραση. Όσον αφορά στις νευροεκφυλιστικές ασθένειες, η κατανάλωση καφέ ή/και καφεΐνης φαίνεται να σχετίζεται με τη μείωση του κινδύνου για ανάπτυξη άνοιας, νόσου Alzheimer και νόσου Parkinson.
Σύμφωνα με τη μελέτη CAIDE, η κατανάλωση 3-5 φλιτζανιών καφέ ημερησίως φαίνεται να εμφανίζει τις πιο ευεργετικές επιδράσεις στη μείωση του κινδύνου για άνοια και νόσο Alzheimer σε σχέση με υψηλότερες ή χαμηλότερες καταναλώσεις. Σχετικά με την κατάθλιψη, μεγάλη μελέτη της Αμερικής, που πραγματοποιήθηκε σε γυναίκες, έδειξε ότι εκείνες που κατανάλωναν περισσότερα από 5 φλιτζάνια καφεϊνούχου καφέ την ημέρα είχαν μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη σε σχέση με εκείνες που κατανάλωναν το πολύ ένα φλιτζάνι καφέ την εβδομάδα.
Εκτός όμως από τις επιδράσεις στο νευρικό σύστημα, ο καφές επιδρά και σε πολλές άλλες ασθένειες και παραμέτρους της υγείας. Πιο συγκεκριμένα, και όσον αφορά στις τρεις μεγάλες ασθένειες της σύγχρονης εποχής, η μακροχρόνια κατανάλωση καφέ φαίνεται να μη σχετίζεται με τον κίνδυνο εμφάνισης των περισσότερων μορφών καρκίνου, ενώ έχει προστατευτική δράση στην ανάπτυξη σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 ( 5 φλιτζάνια καφέ/ημέρα σε σχέση με <2 φλιτζάνια καφέ/ημέρα). Δύσκολη καθίσταται η εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων σχετικά με την επίδραση του καφέ στον κίνδυνο για την εμφάνιση στεφανιαίας νόσου, καθώς κάποια είδη ερευνών δείχνουν αύξηση του κινδύνου (3 φλιτζάνια καφέ/ημέρα σε σχέση με <1 φλιτζάνι καφέ/ημέρα) και κάποια άλλα όχι. Επιπλέον, η κατανάλωσή καφέ και κυρίως καφεΐνης σχετίζεται με αύξηση των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης, ιδίως στα υπερτασικά άτομα, για τις πρώτες ώρες μετά την πρόσληψη. Ωστόσο, επειδή πιθανώς αναπτύσσεται ανοχή στις δράσεις της καφεΐνης με τη συστηματική κατανάλωση, οι παραπάνω επιδράσεις παύουν να υπάρχουν και μακροχρόνια υψηλή κατανάλωση καφέ (>3 φλιτζάνια/ημέρα) δε φαίνεται να σχετίζεται με αύξηση του κινδύνου για εμφάνιση υπέρτασης.
Ο καφές ή/και η καφεΐνη φαίνεται να σχετίζονται με καλύτερη ρύθμιση του σωματικού βάρους σε βάθος χρόνου αλλά η άμεση επίδρασή τους στην ενεργειακή πρόσληψη έχει μελετηθεί πολύ λίγο. Σχετική μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο δεν έδειξε επίδραση της κατανάλωσης καφέ, καφεϊνούχου (1 φλιτζάνι δυνατού καφέ) και μη, στην ενεργειακή πρόσληψη, καθώς και σε ορμόνες και αισθήματα που σχετίζονται με την όρεξη σε σχέση με την πρόσληψη νερού.
Ωστόσο, επειδή η δόση που χορηγήθηκε ίσως ήταν ανεπαρκής να προκαλέσει κάποια επίδραση, επόμενη μελέτη εξέτασε την επίδραση διαφορετικών δόσεων καφέ στην ενεργειακή πρόσληψη και σε αισθήματα και ορμόνες της όρεξης σε άτομα φυσιολογικού βάρους και υπέρβαρα/παχύσαρκα. Πρώιμα αποτελέσματα της μελέτης αυτής δείχνουν ότι ο καφές σε υψηλές δόσεις (~4 φλιτζάνια καφέ σε μία εφάπαξ δόση) μπορεί να μειώσει την πρόσληψη ενέργειας στα υπέρβαρα/παχύσαρκα άτομα σε σχέση με την κατανάλωση χαμηλότερης δόσης καφέ ή νερού.
Συμπερασματικά, ο καφές, παρότι ενοχοποιημένο ποτό, φαίνεται να έχει ευεργετική επίδραση στη διάθεση και στην υγεία και να προστατεύει από τον κίνδυνο ανάπτυξης χρόνιων ασθενειών. Συστάσεις κατανάλωσης δεν μπορούν ακόμα να δοθούν, λόγω της ετερογένειας ή/και της έλλειψης μελετών για συγκεκριμένες ασθένειες και καταστάσεις. Περαιτέρω έρευνα κρίνεται απαραίτητη, ώστε να διευκρινιστούν αμφίβολες δράσεις και να έρθουν στο φως τυχόν νέες.
zougla.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου