Εικόνες σήψης και διαφθοράς, με πρωταγωνιστές επίορκους αστυνομικούς, αναδύονται από την πολυσέλιδα μήνυση-φωτιά που κατατέθηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Αθηνών την 1η Αυγούστου 2013.
Κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης, που αναδεικνύει σήμερα το zougla.gr, είναι ένας ειδικός φρουρός, ο οποίος -σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην μήνυση-, συνελήφθη, εκβιάστηκε και κρατήθηκε επί τέσσερις ημέρες στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ για πράξεις που «ουδέποτε διέπραξε». Όταν αντέδρασε και στράφηκε εναντίον των κατηγόρων του ακολουθώντας την νομική οδό, τότε δέχτηκε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα, όπου ο συνομιλητής του, φρόντισε να τον ενημερώσει ότι αν δεν αποσύρει τη μήνυση, τότε θα έχει πρόβλημα τόσο ο ίδιος, όσο και η οικογένειά του.
Έκλεισε μάλιστα την επικοινωνία τους με την φράση «Εμείς σε προειδοποιήσαμε. Ας υπέγραφες ό,τι σου λέγαμε όταν σε πιάσαμε». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… Η σύλληψη Η ιστορία ξεκινά ένα μεσημέρι της 16ης Δεκεμβρίου 2011, όταν ο καταγγέλλων αστυνομικός,κατευθυνόμενος προς μια ασφαλιστική εταιρεία στο Ν. Κόσμο, σταμάτησε σε ένα μαγαζί στην Αθήνα, προκειμένου να αγοράσει τρεις καφέδες για τον ίδιο, τον αδελφό του και έναν φίλο του.
Εξερχόμενος από το κατάστημα, τον σταμάτησε ένας νεαρός, του δήλωσε ότι είναι αστυνομικός και ζήτησε τα στοιχεία του. Κατόπιν τον ρώτησε αν είναι ο ίδιος άνθρωπος που πριν από περίπου δύο χρόνια είχε κατηγορηθεί για πλημμελή φύλαξη του οπλισμού του και αφού ο καταγγέλλων του απάντησε καταφατικά, τον εξανάγκασε να παραμείνει στο εσωτερικό του καταστήματος. Τότε εμφανίστηκαν αστυνομικοί ντυμένοι με πολιτικά και ζήτησαν από τον μηνυτή να τους πει πως ανοίγει η πόρτα του καταστήματος. Όταν αυτός τους είπε ότι δεν γνωρίζει, τον ενημέρωσαν ότι αυτή ανοίγει με ένα ειδικό κουμπί και τον ρώτησαν αν έχει κάτι παρόμοιο μαζί του. O αστυνομικός αποκρίθηκε ότι το μοναδικό «μπουτόν» που έχει είναι το τηλεχειριστήριο από το γκαράζ του και εν συνεχεία τους το υπέδειξε.
Οι συνάδελφοί του τον συνέλαβαν και την επόμενη ημέρα τον οδήγησαν στην Ασφάλεια Αττικής όπου του ανακοίνωσαν ότι κατηγορείται για συμμετοχή σε παράνομο κύκλωμα τυχερών παιχνιδιών ηλεκτρονικού τζόγου. Κατηγορία που ο ίδιος αρνήθηκε ολοκληρωτικά. Όπως αναφέρεται στην μήνυση: «Η ως άνω κατηγορία είναι εναντίον μου κατασκευασμένη, έωλη και αναπόδεικτη και είναι βέβαιον ότι εξυφάνθηκε ένεκα προκαταλήψεώς εναντίον μου διότι είχα κατηγορηθεί στο παρελθόν για πλημμελή φύλαξη του οπλισμού μου γεγονός που είχε γίνει γνωστό στην Υπηρεσία μου. Οι δε κατηγορούμενοι γνωρίζοντάς το θέλησαν να με εκδικηθούν με αυτόν τον τρόπο επιδιώκοντας την απόταξή μου από το Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος στην από 17-12-2011 έκθεση σωματικής έρευνας και κατάσχεσης εκθέτει και βεβαιώνει ψευδώς ότι ανευρέθη επάνω μου ασύρματο τηλεχειριστήριο με το οποίο δήθεν ασφάλιζα και απασφάλιζα την κεντρική θύρα στο κατάστημα… προκειμένου να εμποδίσω τυχόν αστυνομικό έλεγχο και το οποίο κατασχέθηκε και θα αποσταλεί ως πειστήριο. Η αλήθεια είναι όμως ότι το ως άνω τηλεχειριστήριο ανήκε στο γκαράζ μου, γεγονός που γνώριζε ο πρώτος μηνυόμενος αφού μάλιστα το ασύρματο τηλεχειριστήριο του καταστήματος ανευρέθη όπως πληροφορήθηκα εκ των υστέρων εις χείρας του υπευθύνου του καταστήματος ονόματι...». «Ή υπογράφεις ή φεύγεις από το Σώμα»
Σύμφωνα με τη μήνυση, οι αστυνομικοί που διεξήγαγαν την προανάκριση (υπαστυνόμος Α’, αστυνόμος Α’, αστυνόμος Β’) του ζητούσαν επίμονα να τους κατονομάσει τον ιδιοκτήτη του καταστήματος. «Τους απάντησα ότι δεν γνωρίζω τον ιδιοκτήτη του καταστήματος αλλά αυτοί επέμεναν να τους πω ένα όνομα διότι ήθελαν με τρεις καταθέσεις να στοιχειοθετήσουν κατηγορία κατά του φερομένου ως ιδιοκτήτη του καταστήματος. Τους απάντησα και πάλι ότι δεν γνωρίζω το όνομα του ιδιοκτήτη και τότε αυτοί άρχισαν να συντάσσουν ένα έγγραφο-κατάθεσή μου με την οποία με καλούσαν να κατονομάσω τον ιδιοκτήτη του καταστήματος. Τους απάντησα ότι δεν πρόκειται να υπογράψω τέτοιο έγγραφο αφού μάλιστα δεν γνωρίζω τον ιδιοκτήτη και τότε αυτοί με απείλησαν ότι αν δεν κατονομάσω τον ιδιοκτήτη του καταστήματος θα φροντίσουν να με αποτάξουν από το Σώμα της αστυνομίας», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Οι απειλές και η... δίωξη Στον καταγγέλλων ασκήθηκε τελικά ποινική δίωξη για κακουργηματικές πράξεις, ενώ εξαιτίας της συμπεριφοράς των αστυνομικών που έκαναν την προανάκριση, η υπηρεσία του άσκησε πειθαρχική δίωξη με την οποία απειλείται με απόταξη από το Σώμα. Τότε πήρε την απόφαση να κινηθεί νομικά εναντίον των συναδέλφων του, κάνοντας μήνυση για τα αδικήματα της ψευδούς καταμήνυσης, ψευδορκίας μάρτυρα και ψευδούς βεβαίωσης. Όπως υποστηρίζει όμως, δύο μέρες μετά την κατάθεση της μήνυσης, δέχτηκε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα κατά τη διάρκεια του οποίου, η φωνή από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, του διεμήνυσε ότι αν δεν την αποσύρει τότε κινδυνεύει τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του. «Απέσυρε την μήνυση γιατί θα γαμ… πρώτα την οικογένειά σου και μετά εσένα.
Δεν θα βγάλεις τίποτα γιατί όλοι είναι στο κόλπο. Είναι πολλά τα λεφτά από τον παράνομο τζόγο. Εμείς σε προειδοποιήσαμε. Απέσυρε τα πάντα. Ας υπέγραφες ότι σου λέγαμε όταν σε πιάσαμε» ήταν, σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, μερικές μόνο από τις φράσεις που χρησιμοποίησε ο άγνωστος. Τα παραπάνω βάζουν τον κάθε νοήμονα άνθρωπο να αναλογιστεί τι μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που ένας απλός πολίτης έρχεται αντιμέτωπος με διεφθαρμένους υπαλλήλους που στήνουν κατηγορίες και υποθέσεις.
Κεντρικό πρόσωπο της υπόθεσης, που αναδεικνύει σήμερα το zougla.gr, είναι ένας ειδικός φρουρός, ο οποίος -σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην μήνυση-, συνελήφθη, εκβιάστηκε και κρατήθηκε επί τέσσερις ημέρες στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ για πράξεις που «ουδέποτε διέπραξε». Όταν αντέδρασε και στράφηκε εναντίον των κατηγόρων του ακολουθώντας την νομική οδό, τότε δέχτηκε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα, όπου ο συνομιλητής του, φρόντισε να τον ενημερώσει ότι αν δεν αποσύρει τη μήνυση, τότε θα έχει πρόβλημα τόσο ο ίδιος, όσο και η οικογένειά του.
Έκλεισε μάλιστα την επικοινωνία τους με την φράση «Εμείς σε προειδοποιήσαμε. Ας υπέγραφες ό,τι σου λέγαμε όταν σε πιάσαμε». Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή… Η σύλληψη Η ιστορία ξεκινά ένα μεσημέρι της 16ης Δεκεμβρίου 2011, όταν ο καταγγέλλων αστυνομικός,κατευθυνόμενος προς μια ασφαλιστική εταιρεία στο Ν. Κόσμο, σταμάτησε σε ένα μαγαζί στην Αθήνα, προκειμένου να αγοράσει τρεις καφέδες για τον ίδιο, τον αδελφό του και έναν φίλο του.
Εξερχόμενος από το κατάστημα, τον σταμάτησε ένας νεαρός, του δήλωσε ότι είναι αστυνομικός και ζήτησε τα στοιχεία του. Κατόπιν τον ρώτησε αν είναι ο ίδιος άνθρωπος που πριν από περίπου δύο χρόνια είχε κατηγορηθεί για πλημμελή φύλαξη του οπλισμού του και αφού ο καταγγέλλων του απάντησε καταφατικά, τον εξανάγκασε να παραμείνει στο εσωτερικό του καταστήματος. Τότε εμφανίστηκαν αστυνομικοί ντυμένοι με πολιτικά και ζήτησαν από τον μηνυτή να τους πει πως ανοίγει η πόρτα του καταστήματος. Όταν αυτός τους είπε ότι δεν γνωρίζει, τον ενημέρωσαν ότι αυτή ανοίγει με ένα ειδικό κουμπί και τον ρώτησαν αν έχει κάτι παρόμοιο μαζί του. O αστυνομικός αποκρίθηκε ότι το μοναδικό «μπουτόν» που έχει είναι το τηλεχειριστήριο από το γκαράζ του και εν συνεχεία τους το υπέδειξε.
Οι συνάδελφοί του τον συνέλαβαν και την επόμενη ημέρα τον οδήγησαν στην Ασφάλεια Αττικής όπου του ανακοίνωσαν ότι κατηγορείται για συμμετοχή σε παράνομο κύκλωμα τυχερών παιχνιδιών ηλεκτρονικού τζόγου. Κατηγορία που ο ίδιος αρνήθηκε ολοκληρωτικά. Όπως αναφέρεται στην μήνυση: «Η ως άνω κατηγορία είναι εναντίον μου κατασκευασμένη, έωλη και αναπόδεικτη και είναι βέβαιον ότι εξυφάνθηκε ένεκα προκαταλήψεώς εναντίον μου διότι είχα κατηγορηθεί στο παρελθόν για πλημμελή φύλαξη του οπλισμού μου γεγονός που είχε γίνει γνωστό στην Υπηρεσία μου. Οι δε κατηγορούμενοι γνωρίζοντάς το θέλησαν να με εκδικηθούν με αυτόν τον τρόπο επιδιώκοντας την απόταξή μου από το Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας.
Ειδικότερα ο πρώτος κατηγορούμενος στην από 17-12-2011 έκθεση σωματικής έρευνας και κατάσχεσης εκθέτει και βεβαιώνει ψευδώς ότι ανευρέθη επάνω μου ασύρματο τηλεχειριστήριο με το οποίο δήθεν ασφάλιζα και απασφάλιζα την κεντρική θύρα στο κατάστημα… προκειμένου να εμποδίσω τυχόν αστυνομικό έλεγχο και το οποίο κατασχέθηκε και θα αποσταλεί ως πειστήριο. Η αλήθεια είναι όμως ότι το ως άνω τηλεχειριστήριο ανήκε στο γκαράζ μου, γεγονός που γνώριζε ο πρώτος μηνυόμενος αφού μάλιστα το ασύρματο τηλεχειριστήριο του καταστήματος ανευρέθη όπως πληροφορήθηκα εκ των υστέρων εις χείρας του υπευθύνου του καταστήματος ονόματι...». «Ή υπογράφεις ή φεύγεις από το Σώμα»
Σύμφωνα με τη μήνυση, οι αστυνομικοί που διεξήγαγαν την προανάκριση (υπαστυνόμος Α’, αστυνόμος Α’, αστυνόμος Β’) του ζητούσαν επίμονα να τους κατονομάσει τον ιδιοκτήτη του καταστήματος. «Τους απάντησα ότι δεν γνωρίζω τον ιδιοκτήτη του καταστήματος αλλά αυτοί επέμεναν να τους πω ένα όνομα διότι ήθελαν με τρεις καταθέσεις να στοιχειοθετήσουν κατηγορία κατά του φερομένου ως ιδιοκτήτη του καταστήματος. Τους απάντησα και πάλι ότι δεν γνωρίζω το όνομα του ιδιοκτήτη και τότε αυτοί άρχισαν να συντάσσουν ένα έγγραφο-κατάθεσή μου με την οποία με καλούσαν να κατονομάσω τον ιδιοκτήτη του καταστήματος. Τους απάντησα ότι δεν πρόκειται να υπογράψω τέτοιο έγγραφο αφού μάλιστα δεν γνωρίζω τον ιδιοκτήτη και τότε αυτοί με απείλησαν ότι αν δεν κατονομάσω τον ιδιοκτήτη του καταστήματος θα φροντίσουν να με αποτάξουν από το Σώμα της αστυνομίας», σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Οι απειλές και η... δίωξη Στον καταγγέλλων ασκήθηκε τελικά ποινική δίωξη για κακουργηματικές πράξεις, ενώ εξαιτίας της συμπεριφοράς των αστυνομικών που έκαναν την προανάκριση, η υπηρεσία του άσκησε πειθαρχική δίωξη με την οποία απειλείται με απόταξη από το Σώμα. Τότε πήρε την απόφαση να κινηθεί νομικά εναντίον των συναδέλφων του, κάνοντας μήνυση για τα αδικήματα της ψευδούς καταμήνυσης, ψευδορκίας μάρτυρα και ψευδούς βεβαίωσης. Όπως υποστηρίζει όμως, δύο μέρες μετά την κατάθεση της μήνυσης, δέχτηκε ένα ανώνυμο τηλεφώνημα κατά τη διάρκεια του οποίου, η φωνή από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής, του διεμήνυσε ότι αν δεν την αποσύρει τότε κινδυνεύει τόσο ο ίδιος όσο και η οικογένειά του. «Απέσυρε την μήνυση γιατί θα γαμ… πρώτα την οικογένειά σου και μετά εσένα.
Δεν θα βγάλεις τίποτα γιατί όλοι είναι στο κόλπο. Είναι πολλά τα λεφτά από τον παράνομο τζόγο. Εμείς σε προειδοποιήσαμε. Απέσυρε τα πάντα. Ας υπέγραφες ότι σου λέγαμε όταν σε πιάσαμε» ήταν, σύμφωνα με τον καταγγέλλοντα, μερικές μόνο από τις φράσεις που χρησιμοποίησε ο άγνωστος. Τα παραπάνω βάζουν τον κάθε νοήμονα άνθρωπο να αναλογιστεί τι μπορεί να συμβεί στην περίπτωση που ένας απλός πολίτης έρχεται αντιμέτωπος με διεφθαρμένους υπαλλήλους που στήνουν κατηγορίες και υποθέσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου