Αντισυνταγματική έκρινε το β' τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατίας την έκτακτη εισφορά που είχε επιβάλλει η κυβέρνηση της ΝΔ το 2009, ωστόσο τον τελικό λόγο θα έχει η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου.
Ειδικότερα, η επταμελής σύνθεση του Β' Τμήματος με πρόεδρο τον Φ. Αρναούτογλου, έκανε μερικώς δεκτή την εισήγηση του συμβούλου Επικρατείας Ι. Γράβαρη και έκρινε κατά πλειοψηφία (5-2) αντισυνταγματική τη ρύθμιση του άρθρου 18 του Ν. 3758/2009 για την έκτακτη εισφορά, η οποία υπολογίσθηκε επί των εισοδημάτων που είχαν αποκτηθεί πριν από την 1.1.2008.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν ότι κατά τις επιταγές του άρθρου 78 του Συντάγματος «απαγορεύεται απολύτως η αναδρομική φορολόγηση πέραν του "οικονομικού έτους" του προηγούμενου της επιβολής του φόρου».
Μάλιστα, οι δικαστές επισημαίνουν ότι «προκειμένου περί φορολογίας εισοδήματος, νόμος που δημοσιεύεται κατά τη διάρκεια ορισμένου (ημερολογιακού) έτους (π.χ. 2009), δεν επιτρέπεται να υπαγάγει σε φόρο εισοδήματα που έχουν προκύψει πέραν του (ημερολογιακού ομοίως) έτους του αμέσως προηγούμενου της δημοσιεύσεώς του, τουτέστιν, στο πιο πάνω παράδειγμα, εισοδήματα που έχουν προκύψει πριν το (ημερολογιακό) έτος 2008».
Από την πλευρά της, η μειοψηφία (Αρναούτογλου, ο σύμβουλος Εμμ. Κουσιουρής και η πάρεδρος -χωρίς δικαίωμα ψήφου- Ειρήνη Σταυρουλάκη) υποστήριξαν ότι κατά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος δεν «υπήρξε οποιαδήποτε πρόβλεψη για την περίπτωση διαφαινόμενου πλήρους δημοσιονομικού εκτροχιασμού».
Όμως, συνεχίζει η μειοψηφία, «το άρθρο 78 παράγραφος 2 του Συντάγματος, που απαγορεύει την αναδρομική επιβολή "φόρου ή άλλου οικονομικού βάρους", παρά τη γενικόλογη αναφορά και σε "έκτακτες συνθήκες" που έγιναν κατά την ψήφισή του, δεν αντιμετώπισε και, συνεπώς, δεν αποκλείει, σε μια τέτοια περίπτωση, την αναδρομική επιβολή έκτακτης εισφοράς στους πλουσιότερους πολίτες».
Συνεπώς, καταλήγει η μειοψηφία, «θεμιτά επιβλήθηκε με το Ν. 3758/2009 έκτακτη εισφορά επί των εισοδημάτων του οικονομικού έτους 2008».
Παράλληλα, το ΣτΕ απέρριψε τους ισχυρισμούς του φορολογούμενου ότι είναι αντίθετη στη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος) η μη υπαγωγή των νομικών προσώπων στην έκτακτη εισφορά.
Όπως επίσης απέρριψε και τον ισχυρισμό ότι παραβιάστηκε το άρθρο 20 του Συντάγματος, καθώς δεν κλήθηκε προηγουμένως, δηλαδή πριν από την επιβολή της έκτακτης εισφοράς, ο φορολογούμενος σε ακρόαση από τον αρμόδιο υπάλληλο της ΔΟΥ.
Στη Δικαιοσύνη έχει προσφύγει φορολογούμενος ζητώντας να ακυρωθεί το εκκαθαριστικό σημείωμα της έκτακτης εισφοράς της ΔΟΥ Ψυχικού, με το οποίο καταλογίσθηκε εις βάρος του έκτακτη οικονομική εισφορά 10.000 ευρώ, υπολογισθείσα στα δηλωθέντα σύμφωνα με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2008 (χρήσης 2007) εισοδήματα, που ανήλθαν σε 377.637,69 ευρώ.
Σε πρώτο βαθμό, δηλαδή, το Διοικητικό Πρωτοδικείο με απόφασή του έκρινε ότι με τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 78 «θεσπίζεται γενική απαγόρευση αναδρομικής επιβολής πέραν του προηγούμενου έτους οποιουδήποτε δυσμενέστερου των ισχυόντων οικονομικού μέτρου, ανεξαρτήτως του είδους αυτού ή της προσωρινότητας της επιβολής του» και προσθέτει ότι «το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου δεν συνιστά λόγο καταστρατήγησης συνταγματικών διατάξεων», όπως αυτών που απαγορεύουν την αναδρομική επιβολή φόρων.
Ακόμη, στην απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου επισημαίνεται ότι η έκτακτη εισφορά υπολογίσθηκε στο δηλωθέν εισόδημα του οικονομικού έτους 2008, δηλαδή στο εισόδημα που αποκτήθηκε κατά τη χρήση 2007. Όμως, προσθέτει η απόφαση, η νομοθετική διάταξη που προβλέπει την έκτακτη εισφορά είναι ανεφάρμοστη, ως αντισυνταγματική, καθώς:
Αντίθετα, ο δεύτερος δικαστικός βαθμός, δηλαδή, το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με πρόεδρο τον Γ. Μπαλάτσο, εισηγήτρια την Αδαμαντία Παπασταμοπούλου και μέλος τη Μαρία Σούκα, έκριναν ότι η έκτακτη εισφορά προς αντιμετώπιση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης είναι συνταγματική (δεν προσκρούει στο άρθρο 78 του Συντάγματος) και δεν έχει αναδρομική ισχύ.
Επίσης, το Εφετείο στην απόφασή του αναφέρει ότι η έκτακτη εισφορά «δεν αποτελεί φόρο αλλά έκτακτη φορολογική επιβάρυνση των οικονομικώς ισχυρότερων φυσικών προσώπων κλιμακούμενη ανάλογα προς τη φοροδοτική ικανότητα των υποκειμένων σ' αυτήν προσώπων, χωρίς να παραβιάζεται η καθιερούμενη με το άρθρο 4 παράγραφος 1 και 5 του Συντάγματος αρχή της φορολογικής ισότητας».
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας (Δεκέμβριος του 2010) ο Γράβαρης είχε επισημάνει ότι η έκτακτη εισφορά είναι αντίθετη στο άρθρο 78 παράγραφος 2 του Συντάγματος που απαγορεύει την αναδρομική επιβολή φόρου ή άλλου οικονομικού βάρους.
Επίσης, ο Γράβαρης κατά τη συζήτηση αυτή είχε αναφέρει έναν ακόμη λόγο αντισυνταγματικότητας της έκτακτης εισφοράς. Ο λόγος αυτός είναι ότι εξαιρεί από τη έκτακτη εισφορά τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, χωρίς να προκύπτει από πουθενά για ποιο λόγο έγινε η διαφοροποίηση αυτή.
www.ethnos.gr
Ειδικότερα, η επταμελής σύνθεση του Β' Τμήματος με πρόεδρο τον Φ. Αρναούτογλου, έκανε μερικώς δεκτή την εισήγηση του συμβούλου Επικρατείας Ι. Γράβαρη και έκρινε κατά πλειοψηφία (5-2) αντισυνταγματική τη ρύθμιση του άρθρου 18 του Ν. 3758/2009 για την έκτακτη εισφορά, η οποία υπολογίσθηκε επί των εισοδημάτων που είχαν αποκτηθεί πριν από την 1.1.2008.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας υπογραμμίζουν ότι κατά τις επιταγές του άρθρου 78 του Συντάγματος «απαγορεύεται απολύτως η αναδρομική φορολόγηση πέραν του "οικονομικού έτους" του προηγούμενου της επιβολής του φόρου».
Μάλιστα, οι δικαστές επισημαίνουν ότι «προκειμένου περί φορολογίας εισοδήματος, νόμος που δημοσιεύεται κατά τη διάρκεια ορισμένου (ημερολογιακού) έτους (π.χ. 2009), δεν επιτρέπεται να υπαγάγει σε φόρο εισοδήματα που έχουν προκύψει πέραν του (ημερολογιακού ομοίως) έτους του αμέσως προηγούμενου της δημοσιεύσεώς του, τουτέστιν, στο πιο πάνω παράδειγμα, εισοδήματα που έχουν προκύψει πριν το (ημερολογιακό) έτος 2008».
Από την πλευρά της, η μειοψηφία (Αρναούτογλου, ο σύμβουλος Εμμ. Κουσιουρής και η πάρεδρος -χωρίς δικαίωμα ψήφου- Ειρήνη Σταυρουλάκη) υποστήριξαν ότι κατά την τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος δεν «υπήρξε οποιαδήποτε πρόβλεψη για την περίπτωση διαφαινόμενου πλήρους δημοσιονομικού εκτροχιασμού».
Όμως, συνεχίζει η μειοψηφία, «το άρθρο 78 παράγραφος 2 του Συντάγματος, που απαγορεύει την αναδρομική επιβολή "φόρου ή άλλου οικονομικού βάρους", παρά τη γενικόλογη αναφορά και σε "έκτακτες συνθήκες" που έγιναν κατά την ψήφισή του, δεν αντιμετώπισε και, συνεπώς, δεν αποκλείει, σε μια τέτοια περίπτωση, την αναδρομική επιβολή έκτακτης εισφοράς στους πλουσιότερους πολίτες».
Συνεπώς, καταλήγει η μειοψηφία, «θεμιτά επιβλήθηκε με το Ν. 3758/2009 έκτακτη εισφορά επί των εισοδημάτων του οικονομικού έτους 2008».
Παράλληλα, το ΣτΕ απέρριψε τους ισχυρισμούς του φορολογούμενου ότι είναι αντίθετη στη συνταγματική αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος) η μη υπαγωγή των νομικών προσώπων στην έκτακτη εισφορά.
Όπως επίσης απέρριψε και τον ισχυρισμό ότι παραβιάστηκε το άρθρο 20 του Συντάγματος, καθώς δεν κλήθηκε προηγουμένως, δηλαδή πριν από την επιβολή της έκτακτης εισφοράς, ο φορολογούμενος σε ακρόαση από τον αρμόδιο υπάλληλο της ΔΟΥ.
Στη Δικαιοσύνη έχει προσφύγει φορολογούμενος ζητώντας να ακυρωθεί το εκκαθαριστικό σημείωμα της έκτακτης εισφοράς της ΔΟΥ Ψυχικού, με το οποίο καταλογίσθηκε εις βάρος του έκτακτη οικονομική εισφορά 10.000 ευρώ, υπολογισθείσα στα δηλωθέντα σύμφωνα με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος του οικονομικού έτους 2008 (χρήσης 2007) εισοδήματα, που ανήλθαν σε 377.637,69 ευρώ.
Σε πρώτο βαθμό, δηλαδή, το Διοικητικό Πρωτοδικείο με απόφασή του έκρινε ότι με τη συνταγματική επιταγή του άρθρου 78 «θεσπίζεται γενική απαγόρευση αναδρομικής επιβολής πέραν του προηγούμενου έτους οποιουδήποτε δυσμενέστερου των ισχυόντων οικονομικού μέτρου, ανεξαρτήτως του είδους αυτού ή της προσωρινότητας της επιβολής του» και προσθέτει ότι «το ταμειακό συμφέρον του Δημοσίου δεν συνιστά λόγο καταστρατήγησης συνταγματικών διατάξεων», όπως αυτών που απαγορεύουν την αναδρομική επιβολή φόρων.
Ακόμη, στην απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου επισημαίνεται ότι η έκτακτη εισφορά υπολογίσθηκε στο δηλωθέν εισόδημα του οικονομικού έτους 2008, δηλαδή στο εισόδημα που αποκτήθηκε κατά τη χρήση 2007. Όμως, προσθέτει η απόφαση, η νομοθετική διάταξη που προβλέπει την έκτακτη εισφορά είναι ανεφάρμοστη, ως αντισυνταγματική, καθώς:
α) «Οι διατάξεις του άρθρου 18 του Ν. 3758/2009 θεσπίζουν οικονομικό βάρος που εκτείνεται πέραν του προηγούμενου της επιβολής του έτους»,
β) «Η έννοια του οικονομικού έτους κατά το Σύνταγμα ταυτίζεται με την έννοια του όρου στη δημοσιονομική διαχείριση και όχι στην έννοια που δίδεται στη φορολογία εισοδήματος».
Αντίθετα, ο δεύτερος δικαστικός βαθμός, δηλαδή, το Τριμελές Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με πρόεδρο τον Γ. Μπαλάτσο, εισηγήτρια την Αδαμαντία Παπασταμοπούλου και μέλος τη Μαρία Σούκα, έκριναν ότι η έκτακτη εισφορά προς αντιμετώπιση των συνεπειών της οικονομικής κρίσης είναι συνταγματική (δεν προσκρούει στο άρθρο 78 του Συντάγματος) και δεν έχει αναδρομική ισχύ.
Επίσης, το Εφετείο στην απόφασή του αναφέρει ότι η έκτακτη εισφορά «δεν αποτελεί φόρο αλλά έκτακτη φορολογική επιβάρυνση των οικονομικώς ισχυρότερων φυσικών προσώπων κλιμακούμενη ανάλογα προς τη φοροδοτική ικανότητα των υποκειμένων σ' αυτήν προσώπων, χωρίς να παραβιάζεται η καθιερούμενη με το άρθρο 4 παράγραφος 1 και 5 του Συντάγματος αρχή της φορολογικής ισότητας».
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας (Δεκέμβριος του 2010) ο Γράβαρης είχε επισημάνει ότι η έκτακτη εισφορά είναι αντίθετη στο άρθρο 78 παράγραφος 2 του Συντάγματος που απαγορεύει την αναδρομική επιβολή φόρου ή άλλου οικονομικού βάρους.
Επίσης, ο Γράβαρης κατά τη συζήτηση αυτή είχε αναφέρει έναν ακόμη λόγο αντισυνταγματικότητας της έκτακτης εισφοράς. Ο λόγος αυτός είναι ότι εξαιρεί από τη έκτακτη εισφορά τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, χωρίς να προκύπτει από πουθενά για ποιο λόγο έγινε η διαφοροποίηση αυτή.
www.ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου