Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011

Διαβατήριο το τραγούδι

Ως «σούπερσταρ των ονείρων μας» είχε περιγράψει το βρετανικό μουσικό περιοδικό «New Musical Express» τη Μαρίνα-Λαμπρινή Διαμάντη, ή αλλιώς Marina and the Diamonds.
Πέρυσι, πέντε τραγούδια από το πρώτο της άλμπουμ, «Family Jewels», ανέβηκαν στα τσαρτς της Βρετανίας. Η αυτοδίδακτη μουσικός, που γεννήθηκε στην Ουαλία από έλληνα πατέρα και ουαλή μητέρα, έφτιαξε έναν δίσκο που συνδύαζε την ποπ με το εναλλακτικό ροκ και κατέκτησε τη δεύτερη θέση σε μια ψηφοφορία του BBC για τα ανερχόμενα αστέρια του 2010.

Οι διθύραμβοι, τόσο για την αισθησιακή παρουσία της στη σκηνή όσο και για την ικανότητά της να φτιάχνει ποπ τραγούδια με ειρωνικούς στίχους για τη σόου μπίζνες, την ξεχωρίζουν από την παλιά γενιά των ομογενών ρόκερ, όπως την Ντιαμάντα Γκαλάς ή τον Τζιμ Σκλαβούνος, τον ντράμερ των Bad Seeds και των Grinderman, που κινούνταν σε πιο άβαντγκαρντ μουσικές κατευθύνσεις.
Αλλά η Μαρίνα δεν είναι η μόνη με ελληνική καταγωγή που κατακτάει τη βρετανική ποπ σκηνή. Ο Αλεξ Καπράνος είχε προηγηθεί ως τραγουδιστής και συνθέτης των Franz Ferdinand το 2002. Ηταν τότε που η εναλλακτική σκηνή υποκλινόταν σε αυτούς τους τριαντάρηδες που ερχόταν από τη Γλασκώβη με ένα μίγμα ροκ εν ρολ και χορευτικού ήχου. Ο τελευταίος τους δίσκος «Tonight» μπορεί να μην είχε την απήχηση που επιθυμούσαν στην αγορά, αλλά ο Καπράνος έχει πια εξελιχθεί από ποπ είδωλο σε έναν γκουρμέ στυλίστα που γράφει για το φαγητό στην αγγλική «Guardian», όταν δεν κάνει παραγωγές για δίσκους άλλων συγκροτημάτων!

Από την άλλη, ο Γιάννης Φιλιππάκης, ο τραγουδιστής των Foals, παραμένει αφοσιωμένος στη μουσική. Αν το πρώτο τους άλμπουμ «Antidotes» (2008) ήταν μια συνάντηση της μινιμαλιστικής τέκνο με το ποστ πανκ και τη φανκ, το δεύτερο, που κυκλοφόρησε πέρυσι («Total Life Forever»), ήταν, όπως γράφτηκε, μια ώριμη κυκλοφορία ή, όπως το περιέγραψε ποιητικά ο ίδιος ο Φιλιππάκης, ένας πιο «αργός και σκοτεινός δίσκος, σαν το τελευταίο πέταγμα ενός αετού».
Πάντως ως ομογενείς που γαλουχήθηκαν με τη βρετανική ποπ κουλτούρα, οι μουσικοί δεν έχουν κανένα στοιχείο της ελληνικής παράδοσης. Σε αντίθεση με την Ντιαμάντα Γκαλάς που έκανε γνωστά τα μανιάτικα μοιρολόγια σε μια μινιμαλιστική ενορχήστρωση, η Μαρίνα ξέρει πολύ καλύτερα «έναν άλλον ομογενή ποπ σταρ, τον Τζορτζ Μάικλ, παρά το μπουζούκι». Και ο Καπράνος «αγαπάει τα ρεμπέτικα», αλλά είναι δύσκολο να τα ανακατέψει στο χορευτικό ροκ των Franz Ferdinand. Ενώ η μουσική από την Κάρπαθο, τον τόπο καταγωγής του Φιλιππάκη, δεν κολλάει με τον ήχο των Foals.

Ούτε η Ελίζαμπεθ Κοντομάνου, η τζαζ ντίβα με ορμητήριο το Παρίσι, ενδιαφέρεται για την ελληνική κληρονομιά, αφού έχει ως κύρια επιρροή της τον Τζον Κόλτρεϊν. Με πατέρα από τη Γουινέα και ελληνίδα μητέρα, αυτοσυστήνεται ως «παιδί του σύμπαντος. Οταν περιπλανιέμαι και εξερευνώ χώρες και ήχους, νιώθω σαν να είμαι στο σπίτι μου». Με την ίδια φιλοσοφία κινείται και η Diam's, η Μελανί Γεωργιάδις, η Γαλλοκύπρια και μουσουλμάνα ράπερ που έγινε διάσημη ως οργισμένη φωνή των προαστίων για το πολιτικό χιπ χοπ της όπως το «Dans ma Bulle» και τους στίχους ενάντια στον «φασίστα» Σαρκοζί. Η καταγωγή της δεν την πολυαπασχολεί: «Είμαι παιδί χωρισμένων γονιών που μεγάλωσα στα προάστια» απαντάει. «Η μόνη μου κληρονομιά είναι η οργή». Ενώ ένας άλλος ράπερ, ο Κώστας Τζίκας, ο Greckoe, δηλώνει με το όνομά του την ελληνική του καταγωγή. «Γεννήθηκα εδώ στο Βερολίνο, αλλά πηγαίνω και κάθε χρόνο στην Ελλάδα» εξηγεί. Ενώ στο «Ich bin Berliner» («Είμαι Βερολινέζος»), τραγουδά: «Εδώ μεγάλωσα και είναι σαν να έχεις δυο καρδιές στο στήθος σου».
Στις ΗΠΑ, η Sol Seppy, όπως υπογράφει τους δίσκους της η Σόφι Μιχαλιτσιάνος, κινείται πέρα από την ποπ σκηνή. Μέλος του συγκροτήματος που συνόδευε τον εκλιπόντα Μαρκ Λίνκους, η Sparlklehorse ακολουθεί προσωπική πορεία με ιδιόμορφους ροκ δίσκους όπως το «The Bells of 1, 2» και κάνει περιοδείες με τους Radiohead. Ενώ ο Μάικλ Αγγελάκος, τραγουδιστής των Passion Pit, σκορπάει τη χαρούμενη ελέκτροπόπ του ως μια «παγκόσμια γλώσσα».
Από την άλλη, υπάρχουν και οι εξαγωγές των σύγχρονων ελλήνων μουσικών. Η Ελευθερία Αρβανιτάκη ή η Σαβίνα Γιαννάτου ήταν για τα ευρωπαϊκά φεστιβάλ ο δικός μας έθνικος ήχος. Η κυριαρχία της ηλεκτρονικής μουσικής όμως έδωσε τη δυνατότητα και σε νέους μουσικούς να περάσουν τα σύνορα της χώρας. Ο Leon Segka, ο Λεωνίδας Σέγκας, έπαιξε στα φημισμένα κλαμπ του Βερολίνου, ενώ εταιρείες που ειδικεύονται στη χορευτική μουσική διακινούν τις δουλειές του. Και η δική μας ανεξάρτητη δισκογραφική cast-a-blast, με επικεφαλής τον Mishkin, τον Γιώργο Μαντά, με κυκλοφορίες όπως της Sugahspank και του BNC, γύρισε πρόσφατα από μια περιοδεία στην Ευρώπη όπου σύστησε αυτόν τον ξεχωριστό αγγλόφωνο χιπ χοπ ήχο της.

www.enet.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου